Η "πράσινη ανάπτυξη" ισοπεδώνει τους νομούς  Αιτωλοακαρνανίας και Ευρυτανίας!

Τετάρτη 3 Δεκεμβρίου 2025

Σε κοινό ενημερωτικό τους κείμενο περιβαλλοντικές ομάδες και κοινωνικοί φορείς της Αιτωλοακαρνανίας και της Ευρυτανίας, που δηλώνουν αντίθετοι στην ανεξέλεγκτη εγκατάσταση Βιομηχανικών Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ανεμογεννήτριες, αντλησοταμιεύσεις, φωτοβολταϊκά κ.α.) τονίζουν ότι «η αντίθεση της τοπικής κοινωνίας μπορεί να ακυρώσει στην πράξη τα σχέδια που υπάρχουν και να προτάξει τρόπους ουσιαστικής ανάπτυξης».

Αναφέρουν συγκεκριμένα:

Το αφήγημα της «πράσινης ανάπτυξης»

Την ίδια ώρα που εγκαταλείπεται η ύπαιθρος και αποδυναμώνονται βασικές δημόσιες υποδομές για τις ζωές μας, προκύπτει το πεδίο για την ονομαζόμενη «πράσινη ανάπτυξη». Θυσιάζονται γαίες υψηλής παραγωγικότητας, καταστρέφονται οικοσυστήματα σπουδαίας βιοποικιλότητας και σχεδιάζονται έργα τσιμεντοποίησης ολόκληρων περιοχών με επισφαλέστατες συνθήκες εργασίας πεπερασμένου χρονικού διαστήματος.

Ζούμε τα χρόνια της τεχνολογικής επανάστασης των μέσων παραγωγής η οποία διαφοροποιείται ως προς το χώρο και το χρόνο. Ο χρόνος αφορά στην εργατική μας δύναμη και είναι πλέον γεγονός ότι είμαστε εν δυνάμει εργαζόμενοι/-ες καθόλη τη διάρκεια του 24ωρου∙ ενώ ο χώρος σχετίζεται με την υπερεκμετάλλευση των φυσικών πόρων που περιέχονται στα οικοσυστήματα που ζούμε. Αυτά τα οικοσυστήματα δεν είναι μιαν αφηρημένη έννοια αλλά επί της ουσίας αποτελούν είναι από το είναι μας.

Δεδομένου ότι η «ανάπτυξη» ως όρος επικοινωνίας είναι δανεισμένη από την επιστήμη της Κυτταρολογίας, είναι ανάγκη να διευκρινίσουμε έγκαιρα, πως αυτή μπορεί να αφορά σε υγιή αλλά μπορεί ενδεχομένως και σε καρκινικού τύπου κύτταρα. Συνεπώς η ανάπτυξη ως πολιτικό περιεχόμενο φέρει ένα πρόσημο θετικό ή/και αρνητικό, όπως για παράδειγμα η υπερσυσώρευση χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου δια των χρηματιστηρίων σχετίζεται με την υπερμάστευση εργασιακών και φυσικών πόρων. Αυτή η λαίλαπα διαβίωσης απομυζά οικοσυστήματα και ανθρώπους.

Στο πλαίσιο αυτό, τα τελευταία χρόνια σε όλη τη χώρα ανεμογεννήτριες, φωτοβολταϊκά συγκροτήματα, πλωτά φωτοβολταϊκά, αντλησιοταμιεύσεις, μπαταρίες και υδροηλεκτρικά ξεφυτρώνουν διαρκώς. Αφενός, το περιβαλλοντικό αποτύπωμα της κατασκευής και λειτουργίας των έργων αυτών είναι τεράστιο για τα οικοσυστήματα, τη χλωρίδα και πανίδα των περιοχών, οι οποίες σε πολλές περιπτώσεις αποτελούν προστατευόμενες περιοχές NATURA, καθώς και για την οικονομική και κοινωνική ζωή της τοπικής κοινωνίας. Τεράστιες εκτάσεις μετατρέπονται σε ενεργειακές βιομηχανικές ζώνες. Τη στιγμή που οι ευρωπαϊκές χώρες κατασκευής του εξοπλισμού τους, δεν επιτρέπουν παρεμβάσεις σε προστατευόμενες περιοχές τους.

Αφετέρου, στην πραγματικότητα δεν προκύπτει αναγκαιότητα των έργων αυτών για το ενεργειακό σύστημα της Ελλάδας. Σύμφωνα με επίσημα στοιχεία η Ελλάδα τον Φεβρουάριο του 2025 παρήγαγε περίπου το 60% της ενέργειας από ΑΠΕ, ξεπερνώντας ήδη τους στόχους του 2040. Επομένως, προκύπτει το εύλογο ερώτημα: ποιος ο στόχος όλου αυτού του καταιγισμού έργων ΒΑΠΕ;

Από τη στιγμή που η ενέργεια στο οικονομικό αυτό σύστημα δεν αντιμετωπίζεται πλέον ως ένα δημόσιο και κοινωνικό αγαθό, αλλά ως εμπόρευμα και χρηματιστηριακό προϊόν, γίνεται αντιληπτό πως ο βασικός στόχος των έργων αυτών είναι η κερδοφορία των εταιρειών που εξυπηρετούν ενεργειακά συμφέροντα. Οι μεγάλες επιδοτήσεις, οι φορολογικές και άλλες ρυθμίσεις υπέρ των εταιρειών μαζί με την τεράστια κερδοφορία από την πώληση της παραγόμενης ηλεκτρικής ενέργειας είναι τόσο ισχυρά κίνητρα ώστε να μην αφήσουν ούτε ραχούλα χωρίς ανεμογεννήτριες, ούτε πλαγιά χωρίς φωτοβολταϊκά.

Κι ενώ η συμμετοχή των ΑΠΕ στο ενεργειακό μείγμα της χώρας ολοένα και αυξάνεται, που πρακτικά σημαίνει ότι το κόστος παραγωγής της ενέργειας είναι σχεδόν μηδενικό, λόγω του υφιστάμενου χρηματιστηρίου ενέργειας το ρεύμα κοστολογείται με βάση μια οριακή  τιμολόγηση. Αυτό καταλήγει σε τεράστια διαφορά του πραγματικού κόστους παραγωγής με την επίπλαστη οριακή τιμή, με τουλάχιστον 240% καθαρό κέρδος για το καρτέλ ενέργειας στις πλάτες των πολιτών.

Απώτερος δε στόχος φαίνεται να είναι σταδιακά η Ελλάδα να αποτελέσει την ενεργειακή «μπαταρία» της Ευρώπης, δημιουργώντας αποθέματα που θα καλύπτουν ενεργειακά τις υπόλοιπες χώρες.

Οι νομοί Αιτωλοακαρνανίας και Ευρυτανίας στο στόχαστρο ενεργειακών συμφερόντων

Οι νομοί μας κατατάσσονται στους πιο υποανάπτυκτους νομούς της Ελλάδας με δραματική μείωση του πληθυσμού τα τελευταία έτη. Διαφαίνεται έτσι η  προϊούσα εγκατάλειψη οικοσυστημάτων, κοινοτήτων και τοπικής οικονομίας, με αποτέλεσμα τον κίνδυνο ερήμωσης οικισμών (συνολικά, την τετραετία 2021–2024 η ΕΛΣΤΑΤ υπολογίζει ότι στην Αιτωλοακαρνανία σημειώθηκε μείωση άνω των 10.000 κατοίκων), αποδυνάμωσης κοινοτικών δομών, μείωση υπηρεσιών (σχολεία, ιατρεία, τράπεζες , ΕΛΤΑ, συγκοινωνίες), υποβάθμιση οδικού δικτύου,  στις αγροτικές περιοχές. Ταυτόχρονα μειώνεται εμφανώς η παραγωγή γεωργικών και κτηνοτροφικών προϊόντων που δεν αναπληρώνεται από νέους αγρότες και κτηνοτρόφους, ενώ έχει επέλθει η απίσχναση των αγροτικών κοινοτήτων. Δίχως  κανένα σχέδιο αγροτικής πολιτικής και ανάπτυξης, όπως η αναδιάρθρωση καλλιεργειών βεληνεκούς του καπνού  ή η αναγνώριση της αθερίνας της λίμνης Τριχωνίδας  ως προϊόν ονομασίας προέλευσης.

Γιατί όμως να συμβαίνει αυτό σε μια γεωγραφική ζώνη τόσο πλούσια σε φυσικούς πόρους; Ερώτηση που μπορεί να απαντηθεί συλλογικά καθώς είναι δεδομένο ότι συγκεκριμένα ο νομός Αιτωλοακαρνανίας έχει φτωχοποιηθεί ήδη πριν την έλευση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου στην χώρα, με την ολική απόσυρση του καπνού από την παραγωγή και καταστροφή ενός σπουδαίου τμήματος παραγωγικής οικονομίας.

Ακριβώς αυτή την συνθήκη εγκατάλειψης προσπαθούν να αξιοποιήσουν οι κερδοσκόποι οι οποίοι με το πρόσχημα της «πράσινης ανάπτυξης» επιδιώκουν να εξασφαλίσουν την συναίνεση των τοπικών κοινωνιών και να ρημάξουν ό,τι απέμεινε σε αυτόν τον τόπο, τον φυσικό μας πλούτο.

Στην Αιτωλοακαρνανία τα έργα ΒΑΠΕ εκτείνονται σε όλο τον νομό: από την Αμφιλοχία, το Βάλτο, τα Ακαρνανικά Όρη, τον Αμβρακικό κόλπο, τα Παρακαμπύλια, την ευρύτερη περιοχή Αγρινίου-Θέρμου μέχρι την περιοχή της Ναυπακτίας.

Επιπλέον, ο νομός Αιτωλοακαρνανίας είναι ένας νομός πλούσιος σε νερά. Από τον Αχελώο και τον Εύηνο, μέχρι τις λίμνες Τριχωνίδας, Κρεμαστών, Αμβρακίας, Καστρακίου, Βουλκαριάς, η περιοχή έχει μπει στο στόχαστρο έργων αντλησιοταμίευσης, μιας μεθόδου δηλαδή  αποθήκευσης ηλεκτρικής ενέργειας ιδιαίτερα κερδοφόρας για τα ενεργειακά συμφέροντα. Ενδεικτικά, έχουν ήδη αδειοδοτηθεί ή υποβληθεί σε αξιολόγηση συνολικά περίπου 19 έργα αντλησιοταμίευσης στις λίμνες του νόμου, όπως στην Τριχωνίδα, μια προστατευόμενη φυσική λίμνη με πόσιμο νερό.

Σύμφωνα δε με τον χάρτη της ΡΑΑΕΥ ως τα τέλη του 2018 στην Αιτωλοακαρνανία βρίσκονταν σε λειτουργία 141 ανεμογεννήτριες, ενώ ενδέχεται να προστεθούν άλλες 475, με τον συνολικό αριθμό να φτάνει στις 616 ανεμογεννήτριες βιομηχανικής κλίμακας που ισοδυναμούν περίπου με 1.300 MW ισχύς, όπως αναφέρουν οικολογικές οργανώσεις.

Παράλληλα, τα όμορα οικοσυστήματα της Ευρυτανίας επίσης έχουν μπει στο μάτι του κυκλώνα. Από την επίθεση που δέχονται διαχρονικά τα Άγραφα, το πλήθος σχεδιαζόμενων φωτοβολταϊκών σταθμών, είτε πλωτών στην λίμνη Κρεμαστών, είτε στα βοσκοτόπια της Βαλαώρας και της Μυρίκης, τους αιολικούς σταθμούς στη Φουρνά και τη Ρεντίνα, ο νομός βάλλεται από την ανεξέλεγκτη επέλεση των βιομηχανικών ΑΠΕ.

Πώς θα ανατραπεί αυτή η κατάσταση;

Απέναντι σε ένα οικονομικό σύστημα με πολιτικές που μετέτρεψαν τα «φιλικά προς το περιβάλλον» μέσα σε εργαλεία καταστροφής, οφείλουμε να αντιδράσουμε με προτάσεις για την πραγματική ανάπτυξη με γνώμονα την προστασία του περιβάλλοντος και την προώθηση των συμφερόντων της τοπικής κοινωνίας.

Απαιτούνται πολιτικές στήριξης της υπαίθρου — κίνητρα για παραμονή νέων, βελτίωση υποδομών, καθοδήγηση και επιδότηση δραστηριοτήτων στον πρωτογενή τομέα (γεωργία, κτηνοτροφία, αλιεία). Οπότε είναι επιβεβλημένη ανάγκη η επανεκκίνηση της συζήτησης για την ανασυγκρότηση της παραγωγικής οικονομίας με όρους ουσιαστικά σύγχρονους. Οι παραγωγικές δυνατότητες της περιοχής μπορούν κάλλιστα να ανατρέψουν το φαινόμενο της μετανάστευσης η οποία έχει λάβει διαστάσεις πανδημίας για τις τοπικές κοινωνίες. Η ορθολογική οργάνωση αυτών των παραγωγικών δυνατοτήτων δημιουργεί συνθήκες αειφορίας με ταυτόχρονη δημιουργία αξιοπρεπών θέσεων εργασίας. Έναντι δηλαδή, της οποιαδήποτε «πράσινης» επένδυσης η οποία τελικά μόνο φιλική για το περιβάλλον και τους ανθρώπους του δεν είναι - καθίσταται ανάγκη για συνεργατική και πραγματική συνεταιριστική οργάνωση της παραγωγής.

Ανάγκη αλλαγής του νομικού πλαισίου μοντέλου αδειοδότησης.

Ένα πρόσθετο πρόβλημα αποτελεί ο τρόπος με τον οποίο η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας (ΡΑΑΕΥ) χορηγεί άδειες παραγωγής καθώς: δεν λαμβάνει υπόψη επαρκώς τη φέρουσα ικανότητα της κάθε περιοχής, δεν εξετάζει τη συσσωρευτική επίδραση πολλών έργων σε μικρή ακτίνα, δεν συντονίζεται με χωροταξικό σχεδιασμό, επιτρέπει την υπερ-αδειοδότηση σε περιοχές ήδη κορεσμένες.

Αναγκάζει έτσι τις τοπικές κοινωνίες να πνίγονται μέσα σε σωρεία διαβουλεύσεων για μικρά και μεγάλα έργα ΒΑΠΕ, που λόγω της συχνότητας και του αριθμού τους, θα αφαιρούν στην πραγματικότητα την δυνατότητα διαβούλευσης.

Απαιτείται ριζική αναμόρφωση του πλαισίου έκδοσης αδειών:

1.Υποχρεωτική αξιολόγηση συσσωρευτικών επιπτώσεων πριν από κάθε αδειοδότηση παραγωγού.

2. Σύνδεση της αδειοδότησης με δεσμευτικό χωροταξικό σχεδιασμό ΑΠΕ, βασισμένο σε περιβαλλοντικά κριτήρια και επιστημονικά δεδομένα.

3. Ενίσχυση των τοπικών κοινωνιών στη διαδικασία διαβούλευσης, με πραγματικό δικαίωμα συμμετοχής. Με οικονομική επίσης στήριξη για να λειτουργεί η ισονομία.

4. Μηδενική ανοχή στην εγκατάσταση βιομηχανικών έργων σε πυρήνες Natura.

5. Διαφάνεια στην προέλευση, χρηματοδότηση και ιδιοκτησιακή δομή των εταιρειών που λαμβάνουν άδειες. Έργα εκατομμυρίων από εταιρείες με μετοχικά κεφάλαια μερικών χιλιάδων ευρώ και κατατμήσεις έργων δεν μπορούν να είναι αποδεκτά.

Τι κάνουμε τώρα;

Στο σήμερα, δεν αρκεί μόνο η αναγνώριση της παραπάνω κατάστασης. Για να προστατεύσουμε το περιβάλλον και εν τέλει τη ζωή και το μέλλον μας, οφείλουμε να απαντήσουμε συλλογικά. Η αντίθεση της τοπικής κοινωνίας μπορεί να ακυρώσει στην πράξη τα σχέδια που υπάρχουν και να προτάξει τρόπους ουσιαστικής ανάπτυξης.

Παράλληλα, οι τοπικοί φορείς οφείλουν να πάρουν έμπρακτα θέση. Οι Δήμοι τους Δήμους και όλοι οι φορείς λήψης αποφάσεων της περιοχής μας οφείλουν να αντιταχθούν σε κάθε έργο που υποβαθμίζει αντί να αναβαθμίζει το μέλλον μας, να απαιτήσουν την πλήρη αναθεώρηση του μοντέλου αδειοδότησης από τη ΡΑΑΕΥ, να προστατεύσουν έμπρακτα τις περιοχές Natura και τους υδάτινους πόρους, να πάρουν πρωτοβουλίες για ένα ολοκληρωμένο σχέδιο βιώσιμης ανάπτυξης, να διεκδικήσουν επενδύσεις στον πρωτογενή τομέα, στην τοπική επιχειρηματικότητα, και σε μορφές ήπιου τουρισμού, ζητάμε απάντηση με λόγια και πράξεις ξεκάθαρες.

Αποτελεί στοίχημα για όλες και όλους μας, να μην εγκαταλείψουμε τον τόπο μας και να μην επιτρέψουμε τα βουνά και τα νερά μας να παραχωρούνται, να υποβαθμίζονται και να μετατρέπονται σε επιχειρηματικά πεδία.

ΚΑΤΩ ΤΑ ΧΕΡΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΙΤΩΛΟΑΚΑΡΝΑΝΙΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΥΡΥΤΑΝΙΑ!

Η ΦΥΣΗ ΚΑΙ Η ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΜΠΡΟΣΤΑ!

- Μέτωπο αγώνα «Σώστε τη λίμνη Τριχωνίδα»

- Επιτροπή Αγώνα Ευρυτάνων και Αιτωλοακαρνάνων

- Κίνημα «Σώστε τη λίμνη Κρεμαστών»

- Επιτροπή Πολιτών και Φορέων Δ. Αμφιλοχίας για τις ΒΑΠΕ

- Συνέλευση για την Υπεράσπιση της Τριχωνίδας και της Αιτωλοακαρνανίας στην Αττική