Εκδηλώσεις μνήμης και τιμής στην Οικογένεια Παπαστράτου στο Αγρίνιο

Το πλήρες πρόγραμμα των εκδηλώσεων

Παρασκευή 9 Νοεμβρίου 2013

5.00 μ.μ. Οδοιπορικό - ξενάγηση στους χώρους των δωρεών των Ευεργετών Αφών Παπαστράτου στο Αγρίνιο, από τον Απόστολο Βετσόπουλο, Δρ. UCL, Σ.Σ.Ε. του Π.Ε.Κ.Ε.Σ. Δυτ. Ελλάδος.

Εκκίνηση: Αύλειος χώρος Αποθηκών Παπαστράτου, Δαγκλή 27

 

Σάββατο 10 Νοεμβρίου 2013

10.00  π.μ. Οδοιπορικό - ξενάγηση στους χώρους των δωρεών των Ευεργετών Αφών Παπαστράτου στο Αγρίνιο από τον Απόστολο Βετσόπουλο, Δρ. UCL, Σ.Σ.Ε του Π.Ε.Κ.Ε.Σ. Δυτ. Ελλάδος.

3.00 μ.μ. "Καπναποθήκες Παπαστράτου - Πορεία στο φως και στην χρόνο"

Εγκαίνια έκθεσης φωτογραφίας του εικαστικού Χρίστου Σιμάτου και παρουσίαση λευκώματος.

Δημοτική Πινακοθήκη Αγρίνιου. Βότση 2

 

Κυριακή 11 Νοεμβρίου 2018

9.25 π.μ. Προσέλευση Επισήμων στον Ιερό Ναό Ζωοδόχου Πηγής Αγρίνιου

9.30 π.μ. Τέλεση Μνημοσύνου στον Ιερό Ναό Ζωοδόχου Πηγής Αγρίνιου υπέρ αναπαύσεως των ευεργετών Αφών Παπαστράτου

10.30 π.μ. Δεξίωση του Δημάρχου Αγρίνιου Γεωργίου Παπαναστασίου (2ος όροφος Δημαρχείου Αγρίνιου)

12.00 μ.μ. Ομιλία του Κωνσταντίνου Κονταξή, Επίκουρου Καθηγητή Λαογραφίας του Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας με θέμα: ¨Μνήμη Αφών Παπαστράτου¨ και της Μαρίας Αγγέλη, Δρ. Κοινωνικής Λαογραφίας, Φιλολόγου με θέμα:¨Οι Δωρεές της οικογένειας Παπαστράτου¨ στο Αγρίνιο

Παπαστράτειο Μέγαρο ΓΕΑ

Από 5 έως 9 Νοεμβρίου 2018 οι μαθητές όλων των σχολείων του Δήμου Αγρίνιου θα ενημερώνονται, σε ειδικές εκδηλώσεις, για την προσφορά της οικογένειας Παπαστράτου στην πόλη και στην χώρα.

Παράλληλα θα ξεναγούνται στη Γλυπτοθήκη Καπράλου και στην Παπαστράτειο Δημοτική Βιβλιοθήκη.

 

Αδελφοί Παπαστράτου «Οι εκσυγχρονιστές της ελληνικής καπνοβιομηχανίας»

Πρόκειται για την περίφημη οικογένεια τεσσάρων αδελφών από το Αγρίνιο (Επαμεινώνδας, Ιωάννης, Σωτήριος και Ευάγγελος), γιων του Αναστασίου Παπαστράτου και της Χαρίκλειας, το γένος Καββαδία. Η καπνοβιομηχανία Παπαστράτου διαδραμάτισε πρωταγωνιστικό ρόλο στην οικονομική ζωή ολόκληρης της Ελλάδας και εξελίχτηκε σε διεθνή εμπορικό και βιομηχανικό κολοσσό. Παρ’ όλες τις δυσκολίες και τα εμπόδια (Βαλκανικοί, Πρώτος και Δεύτερος Παγκόσμιος, Κατοχή, Ελληνικός Εμφύλιος, αγκυλώσεις και παθογένειες της ελληνικής οικονομίας, κ.λπ.), τα αδέλφια Παπαστράτου τα κατάφεραν: Πετύχανε το όραμά τους και καταξιώθηκαν επαγγελματικά, μένοντας πάντοτε δεμένοι μεταξύ τους και πάντοτε δεμένοι με την πατρίδα τους.«Η καπνική εποποιία των αδελφών Παπαστράτου»

Ο ΠΑΠΑΣΤΡΑΤΟΣ ΕΜΠΟΡΕΥΕΤΑΙ ΣΤΑ ΚΑΛΥΒΙΑ

Ο Ευάγγελος Αναστ. Παπαστράτος (1884-1973), ο νεώτερος αδελφός εκ των ιδρυτών των επιχειρήσεων Παπαστράτου, το φθινόπωρο του 1899 δεκαπεντάχρονο αμούστακο παιδί, κατέβηκε στα Καλύβια που παρήγαγε από παλιά μεγάλες ποσότητες καλαμποκιού (αραβόσιτου). Ήταν η εποχή της συγκομιδής. Ο κάμπος έμοιαζε με μια απέραντη κίτρινη θάλασσα.

Τα καλαμποχώραφα απέδιδαν κατά στρέμμα 200-300 οκάδες (300-500 κιλά) καλαμποκιού. Το εύφορο του εδάφους οφείλονταν στις συχνές πλημμύρες του Ασπροπόταμου (Αχελώου) , κυρίως τους χειμερινούς μήνες. Οι Καλυβιώτες εκείνα τα χρόνια καλλιεργούσαν σε μικρές εδαφικές εκτάσεις και σιτηρά για να καλύψουν τις ανάγκες του σπιτιού σε αλεύρι, πρώτη ύλη παρασκευής του ζυμωτού ψωμιού που έψηναν σε μικρούς οικογενειακούς φούρνους που είχαν δίπλα από τα   σπίτια τους.

Είχαν φυτέψει πολλά «καλοκαιρινά» δένδρα, όπως ροδακινιές, κερασιές, ροδιές, αχλαδιές, βερικοκιές και δαμασκηνιές αλλά και πολλά «ξυνά» δένδρα (εσπεριδοειδή) όπως πορτοκαλιές, λεμονιές και μανταρινιές. Ο καλυβιώτικος κάμπος ήταν ιδανικός για την καλλιέργεια πατάτας, οσπρίων, λαχανικών, κρεμμυδιών, σκόρδων κ.λ.π.

Ο νεαρός Ευάγγελος Α. Παπαστράτος παρατήρησε με το κοφτερό του μυαλό, εκεί στα 1899, όπως γράφει στο βιβλίο του με τίτλο «Η δουλειά κι ο κόπος της», ότι δεν ήταν λίγοι οι Καλυβιώτες που τα αγόραζαν από το Αγρίνιο. Το χωριό δοκιμάζονταν όμως ανελέητα από την ελονοσία. Τις συνέπειες της ελονοσίας δεν απέφυγε να  δοκιμάσει κι ο ίδιος ο Παπαστράτος τον πρώτο χρόνο επίσκεψής του στα Καλύβια. Οι παραποτάμιες περιοχές με τις ελώδεις εκτάσεις που κάλυπταν την δυτική πλευρά του χωριού αλλά και ο λογγωμένος βάλτος που αναπτύσσονταν στην νότια πλευρά του χωριού αποτελούσαν τις βασικές αιτίες εξάπλωσης της ελονοσίας (μαλάρια). Σχεδόν κάθε οικογένεια είχε και από ένα μέλος που δοκιμάζονταν από την μάστιγα αυτή.

Το Φθινόπωρο του 1901 ο Ευάγγελος Α. Παπαστράτος προσλήφθηκε ως υπάλληλος από την εταιρεία με την επωνυμία «ΡΟΖΗΣ & ΒΑΡΝΑΒΑΣ». Από το φθινόπωρο του 1902 κατέβαινε στο χωριό προκειμένου να αγοράζει για λογαριασμό της εταιρείας μεγάλες ποσότητες καλαμποκιού. Τις ποσότητες αυτές τις αποθήκευε σε ιδιόκτητη αποθήκη της εταιρείας, εμβαδού 300 m2, που είχε στα Καλύβια (εκεί που βρίσκεται σήμερα η οικία Δημητρίου Γ. Ψιλογιαννόπουλου). Η απειρία που είχε τις πρώτες χρονιές του δημιουργούσε πρόβλημα στο να κλείνει μεγάλες συμφωνίες με αποτέλεσμα να χάνει επιχειρηματικές ευκαιρίες, καθώς έπρεπε να κινείται εντός των καθορισμένων ορίων τιμών που του είχαν δώσει τα αφεντικά της εταιρείας, ο Ανδρέας Ρόζης και ο Αθανάσιος Βαρνάβας.

Με τον καιρό κατάλαβαν, πως εάν του έδιναν ελευθερία εμπορικών κινήσεων, αυτό θα ήταν προς το συμφέρον της εταιρείας αφού θα μπορούσε να ελιχθεί στις διαπραγματεύσεις του, να πάρει πρωτοβουλίες χωρίς να χρειάζεται κάθε φορά καινούργια εντολή για  να δώσει μια καλύτερη τιμή προκειμένου να κρατήσει στην εταιρεία που δούλευε για λογαριασμό της ένα καλό πελάτη-καλαμποκαλλιεργητή. Μάλιστα θυμάται στο βιβλίο του με τίτλο «Η δουλειά κι ο κόπος της», πως μια χρονιά της πρώτης δεκαετίας του 20ου αιώνα είχαν αποθηκεύσει μεγάλες ποσότητες καλαμποκιού στην αποθήκη της εταιρείας. Έφτασε το καλοκαίρι και το καλαμπόκι μένοντας απούλητο πήρε να σκουληκιάζει. Τον συμβούλευσαν να κάψει θειάφι για να ψοφήσουν τα σκουλήκια. Το θειάφι έπρεπε μαζί με κάρβουνα αναμμένα να τοποθετηθεί σε κεραμίδα που τα έβαλε πάνω από το καλαμπόκι, ενώ τα παράθυρα της αποθήκης ήταν ερμητικά κλειστά. Σε λίγο το θειάφι πήρε φωτιά, άρχισε να λιώνει και να κυλά πάνω στο καλαμπόκι. ¨Όμως δεν τα παράτησε. Παρά τον ξαφνικό πανικό με σύντονες ενέργειες και με την βοήθεια ενός εργάτη κατάφερε να πετάξει από τα παράθυρα της αποθήκης τις μικρές φωτιές που είχαν απλωθεί πάν στο καλαμπόκι... «Τελικά εκτός από τη λαχτάρα που περάσαμε, δεν έγινε ζημιά στην αποθήκη, μόνο που κάηκαν καμιά διακοσαριά οκάδες καλαμπόκι» όπως αναφέρει κατά λέξη στο βιβλίο του με τίτλο «Η δουλειά κι ο κόπος της».

Κατά το έτος 1909 ο Ευάγγελος Α. Παπαστράτος ενώ δούλευε ακόμη για την εταιρεία με την επωνυμία «Ρόζης & Βαρνάβας», επιχείρησε να εκμεταλλευτεί ένα κεραμιδαριό που λειτουργούσε στο χωριό από πολλών ετών. Αφού έμαθε από τον αρχιτεχνίτη του κεραμιδαριού πολλά μυστικά της δουλειάς, που αφορούσαν από την παραγωγή μέχρι και την εμπορία των κεραμιδιών μίσθωσε για το καλοκαίρι εκείνης της χρονιάς το κεραμιδαριό, από τον ιδιοκτήτη του έναντι μισθώματος εκατόν εκατό πενήντα χιλιάδων δραχμών προκαταβάλλοντας τις εκατό χιλιάδες δραχμές. ¨Όμως η συμφωνία της εκμετάλλευσης του κεραμιδαριού δεν έμελλε να προχωρήσει, αφού  ο γιος του ιδιοκτήτη του κεραμιδαριού είχε ήδη, εν αγνοία του πατέρα του, εκμισθώσει το κεραμιδαριό στον προηγούμενο ενοικιαστή, μάλλον με ενοίκιο μεγαλύτερο απ’ αυτό που είχε συμφωνήσει ο Ευάγγελος Α. Παπαστράτος και ο ιδιοκτήτης του κεραμιδαριού.

Ο Παπαστράτος ένιωσε βαθιά απογοήτευση κι αποφάσισε απ’ αυτή την απρόσμενη τροπή των πραγμάτων να μην ασχοληθεί πλέον με τα κεραμιδαριά του χωριού. Ο Ευάγγελος Α. Παπαστράτος κυρίως κατά τη δεκαετία του ’20 που το χωριό πέρασε δειλά-δειλά στη καπνοκαλλιέργεια έμενε για μεγάλα χρονικά διαστήματα εκείνα τα χρόνια που οι συγκοινωνίες ήταν δύσκολες στο σπίτι του Ευσταθίου Σπ. Τσιρογιάννη. Η φιλοξενία, που είχε ο νεαρός τότε έμπορος καπνών Ευάγγελος Α.  Παπαστράτος στο σπίτι του Ευσταθίου Τσιρογιάννη, έμεινε για πάντα ωραία ανάμνηση για τους Παπαστραταίους που ανταποδόθηκε αργότερα, όταν γιγαντώθηκαν οι εταιρείες τους, με την πρόσληψη πολλών  Καλυβιωτών, από τις επιχειρήσεις της οικογένειας Παπαστράτου.

Από το βιβλίο του δικηγόρου Γιάννη Γρ. Διονυσάτου: «Καλύβια- Ιχνηλατώντας τον Καναδά